- βρεττανικός
- η , ό[ν] британский, относящийся к Великобритании
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Βρεττανικός — scurvy grass masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βρεττανικά — Βρεττανικός scurvy grass neut nom/voc/acc pl Βρεττανικά̱ , Βρεττανικός scurvy grass fem nom/voc/acc dual Βρεττανικά̱ , Βρεττανικός scurvy grass fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βρεττανικῶν — Βρεττανικός scurvy grass fem gen pl Βρεττανικός scurvy grass masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βρεττανικόν — Βρεττανικός scurvy grass masc acc sg Βρεττανικός scurvy grass neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βρεττανικαῖς — Βρεττανικός scurvy grass fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βρεττανικαί — Βρεττανικός scurvy grass fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βρεττανικοί — Βρεττανικός scurvy grass masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βρεττανικοῦ — Βρεττανικός scurvy grass masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βρεττανικούς — Βρεττανικός scurvy grass masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βρεττανικῆς — Βρεττανικός scurvy grass fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βρεττανικῇ — Βρεττανικός scurvy grass fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)